Αντώνιος ο ζωγράφος

Αντώνιος ο ζωγράφος
(16ος αι.). Αγιογράφος στο Άγιον Όρος. Από τις εικόνες του συμπεραίνεται ότι ήταν συντηρητικής σχολής. Σε αυτόν ανήκουν οι τοιχογραφίες στον κυρίως ναό της μονής Ξενοφώντα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ζωγράφος — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Αθανάσιος. Γιατρός που καταγόταν από τα Καλάβρυτα, αλλά εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στην Πάντοβα της Ιταλίας και μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία το 1820, από τον μητροπολίτη Αθηνών, Διονύσιο. Κατά τη διάρκεια της …   Dictionary of Greek

  • Ζωγράφος, Αντώνιος — Αγωνιστής του 1821, από την Κρήτη. Είναι γνωστός και με το επώνυμο Ξανθουδίδης. Αφιέρωσε τη ζωή του στους εθνικούς αγώνες της Κρήτης. Το 1866 πρωτοστάτησε στην εξέγερση των κατοίκων των ανατολικών επαρχιών και τον ίδιο χρόνο πήρε μέρος στη… …   Dictionary of Greek

  • Ρίφιος, Αντώνιος — Ζωγράφος από την Κεφαλονιά. Έζησε στο τέλος του 18ου και στις αρχές του 19ου αι. Έργα του σώζονται στη Ζάκυνθο και τα κυριότερα στην Κεφαλονιά. Στη Ζάκυνθο βρίσκονται 5 πίνακές του, εμπνευσμένοι από τη ζωή του Ιησού, στον εκεί ναό της Αγίας… …   Dictionary of Greek

  • Βασιλάκης, Αντώνιος — (ή Alience, όπως τον αποκαλούσαν οι Ιταλοί, Μήλος 1556 – Βενετία 1629). Έλληνας ζωγράφος, κρητικής καταγωγής. Σε πολύ νεαρή ηλικία εγκαταστάθηκε στη Βενετία κοντά στους αδελφούς του και μαθήτευσε στο εργαστήριο του Πάολο Βερονέζε. Η παιδεία του… …   Dictionary of Greek

  • Σεκέιρα, Ντομίνικος Αντώνιος ντε- — (Sequei ra). Πορτογάλος ζωγράφος (1768 1837). Το 1788 ο Σ. πήγε στη Ρώμη όπου έμεινε ως το 1795. Γύρισε έπειτα στην Πορτογαλία και αποσύρθηκε σε μοναστήρι των περιχώρων της Λισσαβόνας, όπου ασχολήθηκε με τη ζωγραφική πινάκων με θρησκευτικό… …   Dictionary of Greek

  • Κοντονής, Αντώνιος — (16ος αι.). Ζωγράφος. Το έργο του Εισόδια της Θεοτόκου (1530) εκτίθεται στο μουσείο Μπενάκη στην Αθήνα …   Dictionary of Greek

  • Πάνδημος, Αντώνιος — (17ος αι.). Λυρικός ποιητής από την Κρήτη στα τελευταία χρόνια της ενετοκρατίας και στα πρώτα της τουρκοκρατίας στην πατρίδα του. Μερικοί τον ονομάζουν Πανδίνο. Το 1619, όταν σπούδαζε στην Πάντοβα, έγιναν στο Ρέθυμνο οι γάμοι της Καλιέργας ή… …   Dictionary of Greek

  • Πιζάνο Αντώνιος — (1380 – 1436). Ιταλός ζωγράφος που δημιούργησε στις αρχές του 15ου αι. μ.Χ. Ήταν από τους καλύτερους χαράκτες μεταλλίων. Τα έργα του ήταν μεγαλοπρεπή και οι παραστάσεις, που απεικόνιζαν, πλούσιες θεματολογικά. Από τα έργα του διασώθηκαν μόνο… …   Dictionary of Greek

  • Ραβεστάιν, Ιωάννης-Αντώνιος — (Ravesteyn, 1572 – 1657 ή 1669). Ολλανδός ζωγράφος. Ήταν γιος υαλογράφου. Διακρίθηκε ως προσωπογράφος και κατατάσσεται ανάμεσα στους διασημότερους Ολλανδούς προσωπογράφους του πρώτου μισού του 17ου αι. Τα πρώτα του έργα ανάγονται στο 1611.… …   Dictionary of Greek

  • Σοντέ, Διονύσιος Αντώνιος — (Chaudet, 1763 – 1810). Γάλλος γλύπτης, ζωγράφος και ιχνογράφος. θεωρείται ως ένας από τους καλύτερους εκπρόσωπους του νεοκλασικισμού στη Γαλλία. Τα σπουδαιότερα από τα έργα του τιτλοφορούνται «Βελισάριος» (1791) και «Ο Κυπάρισσος ενώ θρηνεί τη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”